Το σωστό πότισμα είναι ζωτικής σημασίας για τα νεοφυτεμένα δέντρα και τα δενδρύλλια, έτσι ώστε να παρέχεται επαρκής υγρασία και οξυγόνο στις ρίζες. Τα νεαρά δέντρα τον πρώτο χρόνο πρέπει να ποτίζονται βαθιά κάθε μέρα για τις δύο πρώτες εβδομάδες μετά τη φύτευση. Το βαθύ πότισμα βοηθά στην πρόληψη του σχηματισμού αδύναμων επιφανειακών ριζών και ενθαρρύνει την ανάπτυξη ισχυρών υπόγειων ριζών.
Μετά από αυτό, ένα νέο δέντρο χρειάζεται πότισμα μία φορά την εβδομάδα για τον πρώτο χρόνο όταν έχει φύλλωμα, και κάθε δεύτερη εβδομάδα όταν δεν έχει φύλλα.
Το δεύτερο έτος, τα δέντρα πρέπει να ποτίζονται κάθε δύο έως τέσσερις εβδομάδες σε περιόδους ξηρασίας. Όταν δεν υπάρχει σημαντική ξηρασία πρέπει να αφήσουμε το δέντρο να αναζητήσει τις δικές του πηγές υγρασίας πιο βαθιά κάτω από το έδαφος. Αυτό θα οδηγήσει στο να σχηματιστεί ένα ανθεκτικό δέντρο. Το ρηχό πότισμα οδηγεί σε ρηχές ρίζες και εξάρτηση από το νερό. Το βαθύτερο, σπάνιο πότισμα βοηθά στη δημιουργία ανθεκτικών δέντρων.
Κατά τη διάρκεια των τριών έως πέντε ετών, το πότισμα με περίπου με 150 λίτρα νερό, μία φορά το μήνα είναι ιδανικό.
Όταν το δέντρο γίνει τριών έως πέντε ετών θα πρέπει να είναι δυνατό και αρκετά ανεπτυγμένο και θα χρειάζεται μόνο περιστασιακό βαθύ πότισμα, ιδιαίτερα κατά τις πολύ ξηρές περιόδους.
Μία ημέρα βροχής μετράει ως ένα πλήρες πότισμα μιας ημέρας. Εάν το κλίμα είναι ιδιαίτερα ζεστό και ξηρό, όπως συμβαίνει συχνά τα ελληνικά καλοκαίρια, το πότισμα αυξάνεται καταλλήλως. Επιπλέον, πρέπει να ελέγχεται η υγρασία του εδάφους κάθε εβδομάδα στα 10-15 cm κάτω από την επιφάνεια, ώστε να είναι νωπό αλλά όχι πολύ υγρό.
Είναι σημαντικό να εντοπίσουμε συμπτώματα ξηρασίας των δενδρυλλίων, όπως κιτρίνισμα ή μαρασμό των φύλλων ή άκρες που μαυρίζουν ή ζαρώνουν, σημάδια ότι το δέντρο δεν λαμβάνει αρκετό νερό.